Νέος νόμος για την Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση αναμένεται να ψηφιστεί τον Ιούνιο. Την ίδια στιγμή, καίρια ζητήματα παραμένουν άλυτα εδώ και πολλά χρόνια σε βάρος των μαθητών, των οικογενειών τους και των εκπαιδευτικών.
Πρώτα θύματα οι μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες ή/και αναπηρία που πάντα ξεκινούν τη σχολική χρονιά χωρίς εκπαιδευτικούς. Αυτή η αναμονή πολλές φορές διαρκεί μέχρι και τον Φλεβάρη καταστρατηγώντας το θεμελιώδες συνταγματικό τους δικαίωμα για ισότιμη συμμετοχή στην εκπαίδευση
Η ετήσια επανάληψη αυτού του σεναρίου, σε συνδυασμό με ένα μόνιμο καθεστώς αναπληρωτών που εναλλάσσονται κάθε σχολικό έτος, αποδεικνύει την απροκάλυπτη αδιαφορία της Πολιτείας για την εξασφάλιση της σταθερότητας που συνιστά βασική προϋπόθεση για μια αποτελεσματική ενταξιακή εκπαίδευση. Η βαρβαρότητα της αδιαφορίας αυτής κορυφώνεται με την επαναλαμβανόμενη εικόνα μαθητών που παραμένουν στο σπίτι τους, γιατί δε διασφαλίζονται τα κονδύλια για τη μεταφορά τους στο σχολείο.
Θύματα αυτής της πολιτικής είναι και οι γονείς που επιβαρύνονται με πρόσθετο άγχος για το αν θα καλυφθεί το δικαίωμα των παιδιών τους για εκπαίδευση, για τις παροχές πρόνοιας που διαρκώς μειώνονται, για το δαιδαλώδες γραφειοκρατικό σύστημα και για το ανύπαρκτο πλαίσιο υποστηρικτικών υπηρεσιών και δομών.
Θύματα και οι εκπαιδευτικοί των μαθητών που υπηρετούμε τη Δημόσια Εκπαίδευση εδώ και 12 χρόνια, μόνο ως αναπληρωτές δάσκαλοι και νηπιαγωγοί Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Όμηροι ενός ειδικού καθεστώτος σε σύγκριση με όλη την υπόλοιπη εκπαίδευση, μιας κραυγαλέας βιομηχανίας ακαδημαϊκών προσόντων (διδακτορικών, μεταπτυχιακών, σεμιναρίων) που απαξιώνει το βασικό τίτλο σπουδών μας και επίμονα συντηρείται από ένα απαράδεκτο νομικό πλαίσιο (ν. 3699/2008, άρθρα 21-22) που παράγει και προτάσσει εκπαιδευτικούς με αμφιβόλου ποιότητας σπουδές στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση.
Ως εκπαιδευτικοί ειδικής αγωγής και μέλη των Συλλόγων Αποφοίτων Τμημάτων Ειδικής Αγωγής (ΣΑΤΕΑ), έχουμε ξεκινήσει εδώ και χρόνια έναν αγώνα που δεν αφορά μόνο «στενά» εργασιακά δικαιώματα αλλά έχει ως όραμα και στόχο μια καλύτερη εκπαίδευση των παιδιών.
Καθημερινά προσπαθούμε μέσα από την αγάπη για τη δουλειά μας να στείλουμε ένα μήνυμα: Όλοι διαφορετικοί – όλοι ίσοι! Την ισότητα αυτή, όμως, την αναζητούμε χρόνια τώρα εμείς οι ίδιοι, αναπληρώνοντας μονίμως τους εαυτούς μας και ζώντας την αδικία της πρόταξης προσόντων στον πίνακα αναπληρωτών που δεν προτάσσονται σε κανέναν άλλο κλάδο της εκπαίδευσης.
Μπροστά στο νέο νόμο, ρίχνουμε το βάρος του αγώνα μας στην εναρμόνιση του θεσμικού πλαισίου στελέχωσης με τη γενική εκπαίδευση, καθώς και στην προστασία του θεσμού της Παράλληλης Στήριξης. O θεσμός της Παράλληλης Στήριξης, μιας μορφή συνεκπαίδευσης παιδιών με και χωρίς αναπηρία στις τάξεις του γενικού σχολείου, ξεκίνησε τα τελευταία χρόνια μέσα από ευρωπαϊκά κονδύλια.
H αγωνία του Υπουργείου ν’ απορροφήσει κονδύλια οδήγησε στην εφαρμογή του πρωτοπόρου αυτού θεσμού χωρίς πραγματικό σχεδιασμό. Σήμερα, ενώ ο νόμος προσπαθεί να ρυθμίσει πλευρές της παράλληλης στήριξης ως πρόγραμμα, ταυτόχρονα την «κουρεύει» ποσοτικά: η παράλληλη στήριξη θα εφαρμόζεται μόνο όπου δεν υπάρχει Τμήμα Ένταξης, μόνο ένας εκπαιδευτικός μπορεί να βρίσκεται σε πρόγραμμα παράλληλης στήριξης σε κάθε σχολείο (και ολοφάνερα θα μοιραστεί σε δύο ή τρεις τάξεις, ακυρώνοντας στην ουσία το πρόγραμμα συνεκπαίδευσης), καμία παράλληλη στήριξη δεν θα υπάρχει στο λύκειο (εκτός κωφών και τυφλών μαθητών).
Τέτοιες και άλλες διατάξεις φανερώνουν τη λογιστική αντιμετώπιση της εκπαίδευσης των παιδιών με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Αναρωτιόμαστε: αν το υπουργείο θέλει να μειώσει ή να σταματήσει τις παράλληλες στηρίξεις και φαίνεται ότι «αξιολόγησε» προβλήματα στην εφαρμογή του θεσμού, τι μοντέλο συνεκπαίδευσης αντιπροτείνει για το μέλλον των μαθητών;
* Ο κ. Κώστας Χρυσικόπουλος, είναι ειδικός παιδαγωγός και μέλος του Συλλόγου Αποφοίτων Τμημάτων Ειδικής Αγωγής.