Η εκπαίδευση και η ένταξη των Κωφών/Βαρήκοων (ΚΒ) μαθητών και φοιτητών αποτελεί ένα πολύ σημαντικό ζήτημα στις ημέρες μας.
Γράφει ο Κώστας Μαντζίκος
Από την εκτενή μελέτη πολλών διατριβών και βιβλίων πάνω σε αυτό το θέμα, προέκυψε ότι υπάρχουν πολλοί ΚΒ μαθητές και φοιτητές που έχουν αντιμετωπισθεί αρνητικά από τους εκπαιδευτικούς και καθηγητές πανεπιστημίων, σχετικά με την εκπαίδευση και την ένταξή τους στα γενικά σχολεία και στα πανεπιστημιακά ιδρύματα της χώρας.
Η παρούσα μεταπτυχιακή διατριβή της Χριστίνας Κωφίδου, φιλόλογου και Υποψηφίας Διδάκτωρ του Παιδαγωγικού Τμήματος Ειδικής Αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα διατριβή, καθώς το θέμα της ένταξης των ΚΒ στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση δεν έχει μελετηθεί από πολλούς ερευνητές, κυρίως στην Ελλάδα.
Ο τρόπος που έχει δομήσει την εργασία είναι πολύ καλός και οδηγεί τον αναγνώστη βήμα-βήμα εκεί που η ερευνήτρια θέλει. Η γραφή των κειμένων είναι άρτια επιστημονικά και ταυτόχρονα κατανοητή, ακόμη και για το μέσο αναγνώστη. Ο τρόπος που χρησιμοποιεί τα δεδομένα είναι μέσα στα πλαίσια του APA, 6ης έκδοσης. Με τα ερευνητικά ερωτήματά της τονίζει σε μεγάλο βαθμό το θέμα της ένταξης των ΚΒ στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση, καθώς και τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι ίδιοι ως φοιτητές.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στην εν λόγω διατριβή της η ερευνήτρια τονίζει πολύ σωστά τους παράγοντες που επηρεάζουν τη συμπερίληψη των συμμετεχόντων στην ανώτερη εκπαίδευση. Επιπλέον, η ερευνήτρια εστιάζει στην εμπειρία των συμμετεχόντων και προσπαθεί αυτές τις εμπειρίες να τις φέρει στο φως μέσω της εκτενούς μελέτης της βιβλιογραφίας (όπως φάνηκε στο βιβλιογραφικό πίνακα στο τέλος της διατριβής).
Ένα πολύ σημαντικό κομμάτι που η ερευνήτρια τονίζει και επισημαίνουν πάρα πολλοί ΚΒ κατά την ένταξή τους στα πανεπιστημιακά ιδρύματα είναι τα αρνητικά αισθήματα των ακαδημαϊκών. Όπως τονίζει, βάσει των ερευνών που η ίδια μελέτησε, η αποτελεσματικότητα της ένταξης αυτής της ομάδας φοιτητών εξαρτάται από το αν οι ακαδημαϊκοί έχουν προηγούμενη επαφή με ΚΒ φοιτητές, την εκπαίδευση που έλαβαν, την εργασιακή εμπειρία τους σχετικά με φοιτητές που έχουν την εν λόγω διαφορετικότητα, και τις πεποιθήσεις τους. Επιπλέον, οι ΚΒ -ως αποτέλεσμα αυτών των αρνητικών παραγόντων- αναφέρουν δυσκολίες στην πρόσβαση στη γνώση π.χ. έλλειψη γνώσης της νοηματικής γλώσσας από τους διδάσκοντες, μη τροποποίηση του μαθήματος και της αίθουσας διδασκαλίας κ.ά. Αυτές οι δυσκολίες οδηγούν αυτήν την ομάδα φοιτητών να μένουν πίσω σε σχέση με τους υπόλοιπους φοιτητές και αυτό τους οδηγεί στη χαμηλή αυτοεκτίμηση.
Ένα άλλο πολύ σημαντικό κομμάτι που αναφέρει ερευνήτρια είναι ότι κάποιοι καθηγητές λαμβάνουν υπόψιν τους τις ανάγκες αυτής της ομάδας φοιτητών, ενώ κάποιοι άλλοι όχι. Δηλαδή ορισμένοι μόνο καθηγητές παρέχουν σημειώσεις ως υποστηρικτικό και βοηθητικό υλικό για την εμπέδωση της ύλης. Οι σημειώσεις αυτές βοηθούν πολύ τους φοιτητές και μειώνουν το άγχος τους, παρά τις δυσκολίες που παρουσιάζουν στο γραπτό λόγο.
Ένα σημαντικό θέμα που δεν έχει αναφερθεί ιδιαίτερα σε βιβλία σχετικά με το θέμα της εκπαίδευσης των ΚΒ στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα είναι η εξατομικευμένη ή η ομαδοσυνεργατική μάθηση ή αλλιώς μέθοδος Tutoring που έχει πολλά οφέλη στο να καλύπτει τα μαθησιακά κενά που παρουσιάζουν οι εν λόγω φοιτητές.
Αν και η έρευνα τονίζει πάρα πολύ καλά τα πιο σημαντικά θέματα που επηρεάζουν την ένταξη των ΚΒ φοιτητών στην ανώτατη εκπαίδευση, πράγμα πολύ θετικό, παρόλα αυτά υπάρχει και ο περιορισμός των λίγων συμμετεχόντων, καθώς η ερευνήτρια εστίασε σ’ ένα μόνο πανεπιστημιακό ίδρυμα. Επίσης, στην έρευνα δεν καλύπτεται το θέμα της πρόσβασης των ΚΒ. Επομένως, θα μπορούσε η ερευνήτρια να συλλέξει δεδομένα από μεγαλύτερο δείγμα από αυτό της έρευνάς της. Θα μπορούσε να γίνει μια σύγκριση των εμπειριών των ΚΒ φοιτητών αναφορικά με την ένταξή τους σε διάφορα πανεπιστημιακά ιδρύματα της χώρας, κάνοντας μια λίστα με τις κοινές και μη κοινές εμπειρίες. Με αυτόν τον τρόπο η ερευνήτρια θα μπορούσε να δει κατά σε τι βαθμό τα πανεπιστήμια είναι κοντά στην αποτελεσματική ένταξη των ΚΒ, και κατά πόσο οι καθηγητές έχουν γνώσεις και εμπειρίες σχετικά με την Κώφωση/Βαρηκοΐα (έστω τα βασικά) και με ΚΒ φοιτητές. Επιπρόσθετα, η ερευνήτρια θα μπορούσε να εξετάσει τον αριθμό των καθηγητών που υποστηρίζουν θερμά τη φιλοσοφία της ένταξης και λαμβάνουν υπόψιν τους τις ανάγκες αυτών των φοιτητών.
Σε τελική ανάλυση η εν λόγω έρευνα αποτελεί μια πολύ καλή έρευνα, που καλύπτει τα βασικά θέματα της εκπαίδευσης και ένταξης των ΚΒ φοιτητών. Είναι πολύ σημαντικό που η ερευνήτρια τονίζει εύστοχα ότι χωρίς την αποτελεσματική ένταξη των ΚΒ φοιτητών, την αλλαγή των καθηγητών όσον αφορά τις στάσεις τους, τις αντιλήψεις τους, τις πεποιθήσεις τους σχετικά με τη διαφορετικότητα αυτή καθ’ αυτή και την ένταξη, τον τρόπο διδασκαλίας τους κ.ά., δεν θα μπορέσει να υπάρξει και αποτελεσματική πρόσβαση των ΚΒ φοιτητών σε οποιοδήποτε πανεπιστημιακό ίδρυμα. Επομένως, κρίνεται σημαντική η αλλαγή πολλών πραγμάτων, ώστε να βοηθήσουμε τους ΚΒ φοιτητές να πετύχουν τους στόχους τους, να αυξήσουν την αυτοεκτίμησή τους και να μπορέσουν στο μέλλον να εργαστούν αποτελεσματικά. Η αλλαγή έρχεται πρώτα από το διδάσκοντα, διότι εκείνος είναι η κύρια δεξαμενή γνώσεων και μετά έρχεται από το φοιτητή. Για τους ΚΒ ανθρώπους είναι πολύ σημαντική η ουσιαστική επικοινωνία, η οποία πρέπει να μην καλύπτει μόνο τις ανάγκες των ακουόντων, αλλά και των ίδιων των ΚΒ.
Και κλείνοντας, ελπίζω όντας ως βαρήκοος και ως ειδικός παιδαγωγός η έρευνα αυτή να βοηθήσει αρκετούς εκπαιδευτικούς, ακαδημαϊκούς να δουν τα πραγματικά προβλήματα των ΚΒ σε επίπεδο εκπαίδευσης και ένταξης και να βοηθήσουν αυτούς τους ανθρώπους να κατακτήσουν την γνώση και να γίνουν οι μελλοντικοί επιστήμονες που ονειρεύονται να γίνουν.