Η Δυσλεξία παρουσιάζεται τα πρώτα χρόνια φοίτησης στο Δημοτικό ως μια «διαφορετικότητα» στις διαδικασίες επεξεργασίας – Γλώσσας και Μαθηματικών – που συχνά χαρακτηρίζεται από δυσκολίες στην κατάκτηση της γραφής κι ανάγνωσης, σε παιδιά με κανονική ή ανώτερη ευφυΐα.
Έχει σοβαρές ψυχολογικές, εκπαιδευτικές και κοινωνικές συνέπειεςστη ζωή ενός παιδιού.
Οι μύθοι που κατά καιρούς έχουν επικρατήσει για τη Δυσλεξία, αλλά και για πολλές άλλες Μαθησιακές Δυσκολίες, η ελλιπής πληροφόρηση τόσο των γονέων όσο και των εκπαιδευτικών κι άρνηση πολλών γονιών να αποδεχθούν τη δυσκολία του παιδιού τους, έχουν οδηγήσει στη διαστρέβλωση της πραγματικής εικόνας που παρουσιάζει ένα παιδί με Δυσλεξία κι έχουν ενισχύσει απόψεις όπως ότι τα συγκεκριμένα παιδιά είναι τεμπέλικα ή χαμηλής νοημοσύνης.Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η Δυσλεξία, όπως και πολλές Μαθησιακές Δυσκολίες, δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με το δείκτη νοημοσύνης του παιδιού, το μορφωτικό και κοινωνικό επίπεδο των γονέων, το φύλο ή την εθνικότητα.
Τα παιδιά με Δυσλεξία σχεδόν καθημερινά βιώνουν καταστάσεις όπως ντροπή, άγχος, ματαίωση, απογοήτευση, κοινωνική απομόνωση, μελαγχολία, έλλειψη αυτοπεποίθησης και αρνητική αυτοεικόνα. Καταστάσεις που έχουν σοβαρές ψυχολογικές επιπτώσεις σε ένα παιδί του Δημοτικού. Υπάρχει δυνατότητα με την έγκαιρη διάγνωση και την πρώιμη παρέμβαση η Δυσλεξία να αντιμετωπιστεί και να ελαχιστοποιηθούν οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει ένα δυσλεξικό παιδί. Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι η Δυσλεξία είναι μια δια βίου κατάσταση για το παιδί. Η σωστή ενημέρωση γονέων και εκπαιδευτικών κι η δόκιμη συνεργασία τους με τους ειδικούς είναι το κλειδί για την ορθή αντιμετώπιση της Δυσλεξίας.
Φώτης Παπαναστασίου
Ειδικός Παιδαγωγός